εξιστάνω

εξιστάνω
βλ. εξίσταμαι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • εξίσταμαι — (AM ἐξίστημι, μέσ. εξίσταμαι και ἐξιστάνω και ἐξιστῶ, άω) [ίστημι] μσν. νεοελλ. μένω έκθαμβος, σαστίζω («ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι») μσν. 1. μέσ. ταράζομαι, τρομάζω 2. (το θηλ. τής μτχ. παρακμ. ως επίθ.) ἐξεστηκυῑα έξαλλη, αλλόφρων αρχ. 1. μετακινώ από …   Dictionary of Greek

  • ԶԱՐՀՈՒՐԵՑՈՒՑԱՆԵՄ — (ցուցի, եցո՛.) NBH 1 0720 Chronological Sequence: Unknown date ն. ἑξίστημι, ἑξιστάνω, ἑκφοβέω , πτοέω, καταπλήσσω, δειματέω exterreo, terrefacio Տալ զարհուրիլ. ահաբէկ առնել. սարսափեցուցանել. դողացուցանել. ափշեցուցանել. խիստ վախցընել. դողցընել …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”